Το Γλήνι
Αυτό το κυπρινιδές λέγεται και γλήνι ( Cyprinus tinca) κι είναι ένα απ’ τα πιο εκτιμούμενα και περιζήτητα απ’ τους ψαράδες βυθού, που προτιμούν το ψάρεμα στα έλη. Πράγματι είναι αρκετά σπάνιο να βρεθούν τίγγες (εκτός αν είναι μεγάλων διαστάσεων) στα ποτάμια και ακόμα σ’ αυτά τα νερά είναι πιθανότερο να τις συναντήσουμε στα πιο ήρεμα και βαθιά σημεία, ιδιαίτερα αν ο βυθός χαρακτηρίζεται από την παρουσία υποβρύχιας βλάστησης.Είναι οκνηρό ψάρι, ίσως πιο οκνηρό απ’ τον κυπρίνο και βγαίνει χωρίς πολύ διάθεση απ’ τους θάμνους, όπου προτιμά να στέκεται. Το σώμα του είναι σχετικά κοντόχοντρο, σκεπασμένο από πολύ μικρά λέπια χρυσωπού ή πρασινωπού χρώματος, ανάλογα με το περιβάλλον στο οποίο ζει. Στα νερά με λασπώδη βυθό καθώς και στα καθαρά, τα πλευρά έχουν πρασινωπές ανταύγειες και η κοιλιά είναι ανοιχτόχρωμη, ενώ στα βαθιά νερά ο χρωματισμός των πλευρών είναι ιδιαίτερα σκούρος και η κοιλιά κιτρινωπή. Τα στηθιακά και κοιλιακά πτερύγια είναι σχετικά ανεπτυγμένα και τοποθετημένα με τρόπο που να χαρακτηρίζουν αυτό το ψάρι σαν είδος του βυθού, ενώ το ουριαίο πτερύγιο, στρογγυλεμένο και ισχυρό, του επιτρέπει να μετακινείται, αν χρειάζεται, με αρκετά μεγάλη ταχύτητα.Το στόμα είναι σαρκώδες, με μικρά μουστάκια που χρησιμεύουν στο γλήνι για να βρίσκει πιο εύκολα την τροφή, την οποία εντοπίζει πιο εύκολα από την μυρωδιά της.Το γλήνι, πράγματι είναι ένα ψάρι που προτιμά τα αρκετά βαθιά νερά, όχι πολύ κρύα, αλλά οξυγονούμενα απ’ την υποβρύχια βλάστηση.Συνολικά το σχήμα του φαίνεται σχετικά κοντό και χοντρό, αν και δεν λείπει σ’ αυτό το ψάρι η κομψότητα, έτσι που δεν φαίνεται η δυνατότητά του να εκδηλώνει σημαντική ευκινησία και δύναμη σε ορισμένες συνθήκες και ανάγκες. Πράγματι, είναι εξαιρετικά μαχητικό, ανθεκτικό και σε σχέση με τα ίδια του τα χαρακτηριστικά, εμφανίζεται ιδιαίτερα επιδέξιο στην άμυνά του απέναντι στην ορμιά.
Η τίγγα αναπαράγεται μεταξύ Ιουνίου και Ιουλίου, ανάλογα με την θερμοκρασία των νερών και με την ευκαιρία της αναπαραγωγής τα μεγάλα και τα μικρά ψάρια συνενώνονται σε κοπάδια, σε σχετικά ρηχά νερά (κοντά στα υδρόβια φυτά) που εκτίθενται στον ήλιο. Κάθε θηλυκό μπορεί να εναποθέσει ακόμα και 200-300.000 αυγά πολύ μικρά που έχουν πρασινωπό χρώμα. Είναι πολύ δύσκολο στα γλήνια να αναγνωρίσουμε το αρσενικό από το θηλυκό. Διαφορετικά απ’ τα άλλα είδη, τα χαρακτηριστικά του φύλλου δεν είναι πολύ εμφανή, εκτός από ότι αφορά τη μεγαλύτερη ανάπτυξη του κοιλιακού πτερυγίου. Η επώαση των αυγών διαρκεί δέκα ημέρες και ίσως και λιγότερο αν τα νερά είναι αρκετά ζεστά, δηλαδή γύρω στους 18-20 βαθμούς.Οι διαστάσεις που μπορεί να φτάσει η τίγγα είναι πολύ ζητημένες, προπάντων σε εποχή σαν την σημερινή κατά την οποία είναι πολύ δύσκολο να βρεθούν δείγματα με μεγάλο μέγεθος. Πάντως σε εμάς και στην νότια Ευρώπη γενικότερα, μια τίγγα ενός κιλού είναι ένα μεγάλο ψάρι και μια τίγγα ενάμιση κιλού μπορεί να θεωρηθεί εξαιρετική περίπτωση.Σε μερικά νερά της Κεντρικής Ευρώπης και σε ορισμένα έλη της Ισπανίας, υπάρχουν τίγγες που φτάνουν μέχρι τα 4-5 κιλά. Αυτές οι διαστάσεις όμως δεν είναι γνωστές σε μας καθώς και στο μεγαλύτερο μέρος των Ευρωπαϊκών χωρών, όπου το ψάρεμα μιας τίγγας 500 γραμμαρίων είναι γεγονός που χαρακτηρίζεται από μεγάλη τύχη. Κάποτε η τίγγα ήταν απ’ τα πιο κοινά ψάρια, αλλά για διάφορους λόγους σε πολλά μέρη της Ευρώπης σήμερα βρίσκεται σε πολύ μικρότερο αριθμό. Αυτό το φαινόμενο παίρνει σοβαρές διαστάσεις επειδή η τίγγα είναι αρκετά περιζήτητο ψάρι. Ταυτόχρονα, με την εξαφάνιση ή σπάνιση, παρατηρείται το γεγονός της ανατροπής του μέσου μεγέθους. Ενώ στο παρελθόν οι τίγγες που ξεπερνούσαν το βάρος του ενός κιλού ήταν κοινό φαινόμενο, σήμερα σπανίζουν. Το μεγαλύτερο μέρος ψαριών που μπορούν να πιαστούν σε νερά που επιτρέπεται το ψάρεμα δεν ξεπερνούν τα 300 γραμμάρια, εκτός φυσικά από ορισμένες τοποθεσίες.Οι αιτίες αυτού του φαινομένου θα πρέπει ίσως να αποδοθούν στην αλλαγή των νερών των ποταμών, ιδιαίτερα στις περιοχές όπου υπάρχουν νερά που χρησιμοποιούνται απ’ τη βιομηχανία και τη γεωργία, όπου συνεπώς αλλοιώνονται οι δυνατότητες ανάπτυξης και οι συνθήκες διαβίωσης του ψαριού.Αυτό το ψάρι θα ήταν πολύ πιο ενδιαφέρον αν το μεγάλωμά του ήταν πιο γρήγορο. Στην πραγματικότητα είναι δύσκολο να βρει ευνοικές συνθήκες περιβάλλοντος, πράγμα που αντίθετα συμβαίνει στις εκτροφές, που είναι συνήθως σε περιοχές που εξασφαλίζουν καλύτερες συνθήκες για την ανάπτυξή του. Σύμφωνα με μερικούς συγγραφείς το βάρος της τίγγας φτάνει 125-130 γραμμάρια, τον πρώτο χρόνο και τα 500 γραμμάρια το δεύτερο χρόνο, ενώ τον τρίτο θα έπρεπε να φτάνει το ενάμιση κιλό. Αυτό όμως συμβαίνει μόνο σε εξαιρετικές περιπτώσεις. Στην πραγματικότητα έχω παρατηρήσει πως γλήνια δύο ή τριών χρόνων δεν ξεπερνούν το βάρος των 300 γραμμαρίων. Απ’ την άλλη μεριά όμως οι διαστάσεις αυτές είναι οι καλύτερες για το ψάρι της κατανάλωσης. Η τίγγα είναι χορτοφάγο ζώο και τρέφεται με φύκια, φύλλα, με μικροοργανισμούς αλλά δεν περιφρονεί καθόλου τις κάμπιες, τα έντομα και προπάντων τους γαιοσκώληκες της λάσπης, τους οποίους ψάχνει ανασκαλεύοντας στο βυθό με την ίδια μέθοδο που χρησιμοποιεί ο κυπρίνος, αν και το τελευταίο αυτό ψάρι, εξαιτίας της μεγαλύτερης δύναμης του μπορεί να ανασκαλεύει τον βυθό με μεγαλύτερη ενεργητικότητα.
πηγή: carpmania.gr
 
"Σαν ΔΣ Συλλόγου αλλά και σαν άνθρωποι και Ερασιτέχνες Αλιείς προτρέπουμε όλους τους συμπολίτες-αλιείς να απελευθερώνουν όλα τα αλιεύματα αναξερτατήτου βάρους που πιάνουν άμεσα, παρέχοντας τους την καλύτερη δυνατή μεταχείριση χρησιμοποιώντας μαξιλάρια απαγκίστρωσης και ειδικό αντισηπτικό για την πληγή του αγκιστριού. Έτσι θα βοηθήσουμε όλοι στην επιβίωση των ειδών καθώς και στη συνέχιση της Ερασιτεχνικής Αλιείας που μας φέρνει πιο κοντά στην φύση και την υδρόβια ζωή… Στις μέρες μας πάρα πολλοί άνθρωποι δηλώνουν ερασιτέχνες αλλά ελάχιστοι πράττουν ανάλογα!."
Δ.Σ ΑΣΕΑΦ